Πηγή : Lenin Reloaded
Traverso Rossa : Μια πολύ στοχευμένη ανάλυση που ανεξάρτητα απο την διαφορετική οπτική μου σε ότι αφορά στην πολιτική στάση και πρακτική του ΚΚΕ που κατα την γνώμη μου, συνιστά μια έντονη δυστοκία αμφισβήτησης -προς ώρας- σε επίπεδο πολιτικής γραμμής αλλά και πολιτικής πρακτικής των ορίων που θέτει η αστική καπιταλιστική ηγεμονία, επιτυγχάνει να αποδείξει το πολιτικό και ιδεολογικό χάσμα ανάμεσα στο ΚΚΕ και τον ΣΥΡΙΖΑ , δεδομένου ότι η πολιτική πρόταση αλλά και η πολιτική στοχοθεσία του δεύτερου αποτελεί επιλογή επιστροφής σε μια αστική κανονικότητα, σε μια νέα ταξική ισορροπία ανάμεσα στο κεφάλαιο και τους εργάτες, υπο την ηγεμονία πάντα του κεφαλαίου αλλά με λιγότερο επαχθείς όρους. Μια τεράστια φενάκη σε κοινωνικό , πολιτικό, οικονομικό και ιδεολογικό επίπεδο. Πραγματικά ελπίζω στο ζήτημα του ΚΚΕ να έχει δίκιο ο σ. Αντώνης γιατί κάτι τέτοιο θα σήμαινε μια συνολική στροφή του συγκεκριμένου ρεύματος σε μια κατεύθυνση ολιστικού τύπου ταξικής αντιπαράθεσης με την αστική πολιτική, το αστικό κράτος, τον αστικό κοινοβουλευτισμό και την ίδια την ουσία της καπιταλιστικής ηγεμονίας.
Το παρόν σημείωμα θα πρέπει να θεωρηθεί μια προσπάθεια συμπλήρωσης και περαιτέρω επεξεργασίας των παρατηρήσεων που έκανα τον Μάρτη σχετικά με τις στρατηγικές των κομμάτων της αριστερής πτέρυγας του κοινοβουλίου, ΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ, στην προεκλογική περίοδο. Οι παρατηρήσεις εκείνες δημοσιεύτηκαν εδώ με τον τίτλο "Οι δυο θεμελιακές στρατηγικές της αριστεράς στο κατώφλι της εκλογικής αναμέτρησης" Ι και ΙΙ. Το σημερινό σημείωμα καθυπαγορεύεται από την συνειδητοποίηση, από τον Μάρτη και μετά, ενός σημείου αρκετά σημαντικού, το οποίο δεν είχα πλήρως συνειδητοποιήσει όταν έγραφα τις δύο εκείνες αναρτήσεις. Όπως και στα προηγούμενα δύο σημειώματα, θα προσπαθήσω να περιοριστώ σε μια κατά το δυνατόν "αντικειμενική" και μη πολεμικού χαρακτήρα ανάλυση των διακυβευμάτων σε ό,τι αφορά τις τακτικές και στρατηγικές επιλογές των δύο κομμάτων.
Πριν ξεκινήσω, είναι απαραίτητη μια διευκρίνηση για την χρήση των όρων "τακτική" και "στρατηγική". Όπως όλοι γνωρίζουν, οι όροι αυτοί διαφοροποιούνται στη βάση μιας αντίστιξης ανάμεσα στο συγκυριακό και το μακροπρόθεσμο, στους ελιγμούς που επιβάλλονται στην παρούσα φάση και στην απώτερη στοχοθεσία στην οποία υποτάσσονται οι ελιγμοί αυτοί. Αλλά αυτός ο διαχωρισμός είναι πολύ προβληματικός σε ό,τι αφορά το θέμα που πραγματεύομαι, για δύο βασικούς λόγους: πρώτον, εξαιτίας της οξύτητας της κρίσης και της αβεβαιότητας που αυτή επιφέρει σε όλα τα επίπεδα, περιλαμβανομένου βέβαια αυτού του μακροπρόθεσμου κομματικού σχεδιασμού. Υπάρχει ένα επίπεδο στο οποίο πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η "μακροπρόθεσμη στόχευση" που είναι συνώνυμη της "στρατηγικής" καθίσταται εξαιρετικά δυσχερής, καθώς οι συσχετισμοί ισχύος είναι δυνητικά πολύ ευμετάβλητοι· κάτω από τέτοιες συνθήκες, οι τακτικές επιλογές τείνουν να αυτονομοποιούνται όλο και περισσότερο από στρατηγικά κριτήρια, και η σύνδεση μεταξύ τακτικής και στρατηγικής γίνεται ιδιαίτερα επισφαλής. Ο δεύτερος λόγος αφορά το εννοιολογικό περιεχόμενο της έννοιας του "οπορτουνισμού", το οποίο αφορά απαραίτητα και μια ενσυνείδητη αποκόλληση της τακτικής από την στρατηγική, δηλαδή την μετατροπή των τακτικών ελιγμών σε αυτοσκοπό, ανεξάρτητο από οποιοδήποτε πλαίσιο στρατηγικής νοηματοδότησής τους. Θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί, υπ' αυτό το πρίσμα, ότι η κρίση επιβάλλει ένα είδος γενικευμένου οπορτουνισμού, ανεξάρτητου από τις επιμέρους προθέσεις του κάθε κόμματος.
Από την άλλη πλευρά, βέβαια, η γενική επισφάλεια του στρατηγικού σχεδιασμού δεν συνεπάγεται ότι ένας κομματικός χώρος δεν μπορεί να έχει προβεί σε τέτοιο σχεδιασμό με περισσότερη ωριμότητα, σοβαρότητα ή αντιληπτικότητα από έναν άλλο: η ύπαρξη ενός βαθμού δομικά επιβαλλόμενου οπορτουνισμού δεν συνεπάγεται γενική έκθλιψη της πρόθεσης να δομηθεί η τακτική βάσει μιας ευρύτερης και μακροπρόθεσμα σταθερής στρατηγικής. Η συμβατότητα, όπως μόνο εκ των υστέρων αποδείχθηκε, του εκτεταμένου τακτικισμού της πολιτικής συμμαχιών και συγκρούσεων των Μπολσεβίκων με την απώτερη επαναστατική στρατηγική κατά την ταραχώδη και απρόβλεπτη περίοδο 1905-1917 είναι το κλασικότερο δείγμα της σημασίας αυτής της διόρασης.
Από την άλλη πλευρά, βέβαια, η γενική επισφάλεια του στρατηγικού σχεδιασμού δεν συνεπάγεται ότι ένας κομματικός χώρος δεν μπορεί να έχει προβεί σε τέτοιο σχεδιασμό με περισσότερη ωριμότητα, σοβαρότητα ή αντιληπτικότητα από έναν άλλο: η ύπαρξη ενός βαθμού δομικά επιβαλλόμενου οπορτουνισμού δεν συνεπάγεται γενική έκθλιψη της πρόθεσης να δομηθεί η τακτική βάσει μιας ευρύτερης και μακροπρόθεσμα σταθερής στρατηγικής. Η συμβατότητα, όπως μόνο εκ των υστέρων αποδείχθηκε, του εκτεταμένου τακτικισμού της πολιτικής συμμαχιών και συγκρούσεων των Μπολσεβίκων με την απώτερη επαναστατική στρατηγική κατά την ταραχώδη και απρόβλεπτη περίοδο 1905-1917 είναι το κλασικότερο δείγμα της σημασίας αυτής της διόρασης.
Κλείνω την απαραίτητη αυτή παρενθετική διευκρίνηση για να επιστρέψω στο θέμα μου. Στον σημερινό Ριζοσπάστη, ανήμερα της μαύρης επετείου της δικτατορίας των συνταγματαρχών, δημοσιεύεται ένα σύντομο σημείωμα με τίτλο "Ο λαός δεν πρέπει να φοβάται την ακυβερνησία." Το σημείωμα θέτει το εξής ρητορικό ερώτημα: "Γιατί να φοβάται ο λαός την εκλογική μάχη ή την ακυβερνησία;" Και απαντά ως εξής: "Οσο πιο δύσκολα μπορεί να σχηματιστεί μια κυβέρνηση, σημαίνει αφήνεται χώρος για το λαϊκό κίνημα να αποσπάσει κάτι. Δεν θα μπορεί να σχηματιστεί κυβέρνηση γιατί υπάρχει ο λαός που πάει μπροστά."
Το σημείωμα ευθυγραμμίζεται με μια σειρά δηλώσεων της ΓΓ του ΚΚΕ ήδη από τις αρχές της χρονιάς, στις οποίες διαφαίνεται ξεκάθαρα ο εκλογικός στόχος του κόμματος, που είναι διπλός: η ενίσχυσή του, φυσικά, αλλά ταυτόχρονα, και εξίσου σημαντικά, η αποδυνάμωση των άλλων κομμάτων, και ιδιαίτερα των κομμάτων κοινοβουλευτικής εξουσίας, σε βαθμό που να είναι είτε αδύνατος ο σχηματισμός κυβέρνησης, είτε ιδιαίτερα επισφαλής στις λαϊκές πιέσεις. Η λογική είναι πολύ συγκεκριμένη: όσο πιο αδύνατο το πολιτικό σύστημα που θα αναδείξουν οι εκλογές, τόσο μεγαλύτερες οι ρωγμές που θα επιτρέψουν την ενδυνάμωση του λαϊκού κινήματος και την δυνατότητά του να εξελιχθεί, ουσιαστικά, σε παράλληλη εξουσία, καθιστώντας εξαιρετικά δυσχερή την επιβολή της οικονομικής πολιτικής της Τρόικας, αλλά και τις θεσμικές και δικαιϊκές αλλαγές που αυτή προϋποθέτει.
Παραθέτω ενδεικτικά μερικές σχετικές δηλώσεις της ΓΓ από τις αρχές του 2012:
5/1/2012:
"Μην ακούτε τον κ. Σαμαρά, μην ακούτε τι λέει ο κ. Παπανδρέου, ή ο επόμενος αρχηγός του ΠΑΣΟΚ. Ήδη υπάρχουν και οι πρόθυμοι να συμβάλουν. Μακάρι να φτάσουμε στο σημείο που να μην μπορεί να σχηματιστεί κυβέρνηση καθόλου και να παρέμβει ο λαός. Αυτό που έχει σημασία είναι να μην έχουμε μία ισχυρή κυβέρνηση. Δεν μπορούμε να έχουμε μια κυβέρνηση φιλολαϊκή."
5/1/2012:
"Αν μπορούσαμε, αυτή τη στιγμή, με τη συμμετοχή μας σε μια κυβέρνηση, να ανακόψουμε τις συνέπειες της κρίσης και να λύσουμε τα προβλήματα του λαού θα παίρναμε μέρος. Και τολμηροί είμαστε και τα ρίσκα παίρνουμε. Αυτό είναι, όμως, αδύνατο."
17/3/2012:
"Από τις εκλογές πρέπει να προκύψει μια αδύνατη κυβέρνηση. Ταυτόχρονα πρέπει ο λαός να βγει λιγότερο φοβισμένος, πιο αποφασισμένος, με μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στον εαυτό του», σημείωσε. Και πρόσθεσε: «Εμείς θεωρούμε ότι αυτό που θα κάνει τη διαφορά είναι το εκλογικό ποσοστό του ΚΚΕ που είναι το κόμμα με την πιο ουσιαστικά αδιάλλακτη στάση, όχι στα λόγια αλλά στην πράξη, απέναντι στην πολιτική που βυθίζει την εργατική τάξη στη φτώχεια. Και σας το λέμε όχι σαν έναν εκλογικό στόχο, αλλά σαν ένα αποτέλεσμα που καταρχήν θα προκαλέσει φόβο στους επάνω και στην ΕΕ και θα δημιουργήσει προϋποθέσεις να γίνει όσο γίνεται πιο αποτελεσματικός ο εργατικός - λαϊκός αγώνας."
21/3/2012:
"Οι συνθήκες διεξαγωγής των εκλογών θα είναι τρομοκρατία για τη νόθευση της συνείδησης. Το παραμύθι της ακυβερνησίας. Ο λαός όχι μόνο δεν πρέπει να την φοβάται, αλλά πρέπει και να επιδιώκει την αστάθεια του αστικού πολιτικού συστήματος. Ισχυρό πλήγμα στις εκλογές, ώστε μετά από αυτές να ξημερώσει πραγματικά μια άλλη μέρα για το λαό. Ισχυρή αστική κυβέρνηση σημαίνει συγκατάθεση για νέα πιο επώδυνα μέτρα. Ανίσχυρη αστική κυβέρνηση σημαίνει ισχυρός λαός που θα της κάνει τη ζωή δύσκολη."
"Ο λαός ... πρέπει να επιδιώκει την αστάθεια του αστικού πολιτικού συστήματος." Ο αστικός Τύπος, όπως εύγλωττα δείχνει ο "εφιάλτης" του δημοσιογράφου του Σκάι, αντιλήφθηκε πολύ καλά την σοβαρότητα του κινδύνου μιας τέτοιας πολιτικής, άσχετα αν προσπαθεί να ξορκίσει τους φόβους του με ανέκδοτα περί Κούβας και Βόρειας Κορέας. Το πρόβλημα για τους αστούς, θα μπορούσε κάποιος να πει, συνίσταται στο γεγονός ότι το ΚΚΕ δεν είναι αρκετά εκλογικά προσανατολισμένο.
Ξεκινώντας από μια ρεαλιστική αποτίμηση της αδυναμίας του να κερδίσει τις εκλογές στην παρούσα φάση, αλλά και της περιορισμένης χρησιμότητας ακόμα και μιας τέτοιας νίκης αν αυτή παραμείνει στενά εκλογική (όπως θα γινόταν αν προέκυπτε από μια μαζική "ψήφο διαμαρτυρίας"), κινείται σε μια κατεύθυνση που δεν πρέπει να διστάσουμε να ονομάσουμε καταστρεπτική. Ο στόχος του στην παρούσα φάση είναι η επίταση, μέσω των εκλογών, της αστάθειας του αστικού πολιτικού συστήματος, η περαιτέρω φθορά του, και η μετατροπή των αρνητικών αυτών συνθηκών σε θεμέλια αυτοπεποίθησης για το λαϊκό κίνημα (με άλλα λόγια, ένα σχήμα του περάσματος από την άρνηση στην κατάφαση, αλλά κι ένα σχήμα που αναδεικνύει την απόσταση του λαϊκού κινήματος από το κράτος).
Είναι ένας στόχος που πρέπει να αναγνωριστεί πως είναι εξαιρετικά δύσκολο να υιοθετηθεί μαζικά όσο το κυρίαρχο ζητούμενο παραμένει η αναζήτηση της αποκατάστασης μιας "φυσιολογικότητας" η οποία είναι ουσιαστικά συνώνυμη της ταξικής κυριαρχίας και της ταξικής υποτέλειας. Το να φτάσει ένα μαζικό κομμάτι της κοινωνίας να βλέπει ακριβώς την παρατεταμένη αστάθεια που παράγει η "κρίση νομιμότητας" ως ευκαιρία δικής του ενδυνάμωσης προϋποθέτει έναν βαθύ μετασχηματισμό αντιλήψεων απέναντι, πρώτα από όλα, στον ρόλο και τη φύση του κράτους. Γιατί η τακτική του ΚΚΕ είναι επαναστατική με την αυστηρή έννοια του ότι είναι αντικρατική, ότι επιδιώκει δηλαδή την αποδυνάμωση του κράτους και όχι την σταθεροποίησή του, την φθορά και την καταστροφή και όχι την αποκατάσταση των διαρρηγμένων σχέσεων "εμπιστοσύνης" ανάμεσα στις κυρίαρχες και τις υποτελείς τάξεις. Σ' αυτό το πλαίσιο σκέψης και προθέσεων, η απόφαση μη συμμαχίας με άλλα κόμματα της αριστερής πτέρυγας του κοινοβουλίου είναι απόλυτα φυσιολογική: τι νόημα έχει να επιδιώκεις μια τέτοια συνεργασία όταν ο στόχος σου είναι η αποδυνάμωση του κοινοβουλίου ως νομοθετικού οργάνου;
Η στάση του ΣΥΡΙΖΑ κινήθηκε ακριβώς στους αντίποδες αυτής της απρόσμενης και παράδοξης --ουσιαστικά, αντικοινοβουλευτικής με κοινοβουλευτικά μέσα-- κίνησης του ΚΚΕ. Καθώς το ΚΚΕ επιβεβαιώνει ευθαρσώς αυτό για το οποίο το κατηγορεί ο αστικός Τύπος, ότι δηλαδή "θέλει να φέρει το χάος", με δεδομένο ότι η υπάρχουσα "τάξη" είναι συνώνυμη της εγχώριας και ευρωπαϊκής ταξικής δικτατορίας, ο ΣΥΡΙΖΑ στηλίτευε ακριβώς την απουσία τάξης και σταθερότητας. Δεν μιλώ εδώ για το θέμα που έθιξα στις αναρτήσεις του Μάρτη, την σταδιακή του δηλαδή αποστασιοποίηση από τις δράσεις του αντιεξουσιαστικού χώρου (αρχής γενομένης των δηλώσεων Τσίπρα για τη σημασία του ειρηνικού χαρακτήρα των πλατειών σε αντιδιαστολή με την "καταστροφική" φύση της εξέγερσης του Δεκέμβρη). Μιλώ για το γεγονός ότι λίγο πριν η Παπαρήγα θέσει την μακροπρόθεσμη αποσταθεροποίηση της αστικής εξουσίας ως κομματικό στόχο, ο ΣΥΡΙΖΑ κατήγγειλε ακριβώς τη φθορά της ως πολιτικό πρόβλημα, ένα πρόβλημα που επέβαλλε το να δοθεί λύση από έναν αριστερό συνασπισμό εξουσίας:
7/11/2011:
"Μετά από ένα απίστευτο παρασκήνιο διαβουλεύσεων, ανοιχτών εκβιασμών και δημιουργίας κλίματος τρομοκράτησης της κοινωνίας, η ανάγκη της ανασύνταξης του μνημονιακού μπλοκ υπό το βάρος των συγκλονιστικών κινητοποιήσεων του λαού μας οδηγεί στη συγκρότηση νέας κυβέρνησης.
[...]
Η παρούσα Βουλή δεν έχει την πολιτική νομιμοποίηση να υποθηκεύσει το μέλλον του κόσμου της εργασίας για τις επόμενες δεκαετίες. Η νέα κυβέρνηση θα είναι πλήρως απονομιμοποιημένη και πολιτικά ανίσχυρη.
[...]
Η προσπάθεια της χειραγώγησης του λαού μας και η υπαγωγή του σε ένα καθεστώς διαρκούς λιτότητας προς όφελος των αγορών και των ισχυρών οικονομικών ελίτ θα ανατραπεί μέσα από τους αγώνες των εργαζομένων και της νεολαίας.
Οι πολιτικές δυνάμεις που αντιπαλεύουν αυτή την πολιτική οφείλουν να συγκλίνουν σε ένα ευρύτατο αντιμνημονιακό μέτωπο και στην προοπτική ενός νέου συνασπισμού εξουσίας."
Αυτό, με άλλα λόγια, που για το ΚΚΕ πρέπει να επιταθεί, είναι για τον ΣΥΡΙΖΑ αυτό που πρέπει να θεραπευτεί. Αν και προφανώς υπάρχει μια αρχική συμφωνία για το γεγονός ότι οι αστικές δυνάμεις της "τάξης" βυθίζουν την χώρα στο χάος, η οπτική του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι ένα αριστερό μέτωπο θα ήταν το μόνο που θα μπορούσε να επαναφέρει την τάξη, περιστέλλοντας κατά το δυνατόν τις ακρότητες της αστικής πολιτικής σε Ελλάδα και Ευρώπη, αποκαθιστώντας τις σχέσεις εμπιστοσύνης και ηρεμίας που έχουν διαρραγεί, και αποτρέποντας δυνητικά καταστροφικές εκτροπές. Από την οπτική του ΣΥΡΙΖΑ, αυτή είναι η "υπεύθυνη" αριστερή λύση στην κρίση του καπιταλιστικού συστήματος. Από αυτή του ΚΚΕ, αυτή είναι μια ανοιχτή πρόταση "εκλογίκευσης" και συνεπώς αποκατάστασης του καπιταλιστικού συστήματος. Και, συνεπώς η αναζήτηση συνεργασίας με το ΚΚΕ από τον ΣΥΡΙΖΑ είναι το ίδιο λογική ως συνέπεια της βασικής αντίληψης των κομματικών στόχων όσο είναι και η απόρριψή της από το ΚΚΕ: Με δεδομένο το ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως και το ΚΚΕ, δεν είναι σε θέση να πετύχει κυβερνητική αυτοδυναμία, η "αποκατάσταση της λογικής" με αριστερή πολιτική χροιά προϋποθέτει συνεργασία με τις διαθέσιμες δυνάμεις της αριστεράς. Κι έτσι, στις 10 Απρίλη 2012, ο Τσίπρας θα δηλώσει ότι "η μόνη λύση είναι ένας νέος συνασπισμός εξουσίας":
"Την ανάγκη σχηματισμού κυβέρνησης από ένα νέο συνασπισμό εξουσίας υπογράμμισε ο πρόεδρος της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας, επαναλαμβάνοντας την πρότασή του για συνεργασία των αριστερών δυνάμεων. Προειδοποίησε πως αν την επομένη των εκλογών σχηματιστεί κυβέρνηση από τις δυνάμεις που στηρίζουν το Μνημόνιο θα επικρατήσει «κατάσταση χάους».
Κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου, ο κ. Τσίπρας επεσήμανε ότι οι επερχόμενες εκλογές είναι κρίσιμες, γιατί είναι μια σημαντική ευκαιρία, όχι για να επιβεβαιώσουν τις πολιτικές τοποθετήσεις των κομμάτων, αλλά για να δώσουν διέξοδο, για να δώσουν λύση. Όπως ανέφερε, αν σχηματιστεί κυβέρνηση από τις δυνάμεις που στηρίζουν το μνημόνιο, θα υπάρξουν, νέα επώδυνα σκληρά μέτρα, αγανάκτηση, οργή και αντίδραση από το λαό, καταστολή, δακρυγόνα, χημικά. Θα έχουμε μια κατάσταση χάους, που θα επιτείνεται φυσικά από την απόγνωση που θα προκαλεί η βίαιη εφαρμογή αυτών των νέων επώδυνων σκληρών μέτρων, που θα αφορούν τις απολύσεις στο δημόσιο τομέα, τη μείωση μισθών στον ιδιωτικό τομέα, που θα στοχεύουν στη διάλυση των βασικών δυνατοτήτων επιβίωσης της λαϊκής οικογένειας, πρόσθεσε."
Αλλά η αναζήτηση συνεργασίας εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ περιλαμβάνει και την αναγνώριση ενός ακόμα παράγοντα, που έθιξα στα κείμενα του Μάρτη: την αναγνώριση του γεγονότος ότι ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός του έχει εξελιχθεί σε μια ιδιαίτερα προβληματική διάσταση για το μέλλον του. Εξού και οι διαρκείς επαμφοτερισμοί για το ζήτημα της ΕΕ και του ευρώ, τα αντιφατικά και διστακτικά "φλερτ", από τον Ιούνη και μετά, με διάφορους "αντιευρωπαϊκούς" προσανατολισμούς --με πρωταγωνίστρια την "αριστερή πτέρυγα" Λαφαζάνη-- και η αποδοχή της προοπτικής συνεργασίας με ένα κόμμα όπως το ΚΚΕ, έστω και την στιγμή που αυτή αυτοακυρώνεται μέσω της ταυτόχρονης δήλωσης πρόθεσης συνεργασίας με ένα κόμμα όπως η ΔΗΜΑΡ. Η ουσία πίσω από όλες αυτές τις αντιφάσεις είναι απλή και την συλλαμβάνει αρκετά καθαρά ένα στέλεχος της ΔΗΜΑΡ όπως ο Π. Παναγιώτου όταν λέει ότι η στάση του ΣΥΡΙΖΑ για την ευρωζώνη είναι "'εξελισσόμενη' και ταυτόχρονα 'αμφίσημη'": είναι ότι η αυτοπεποίθηση του σχηματισμού απέναντι στην μελλοντική του πολιτικο-ιδεολογική βιωσιμότητα φθίνει, ότι βρίσκεται σε εξέλιξη μια αγωνιώδης, αντιφατική και συγκεχυμένη στις εκδηλώσεις της μάχη πολιτικού επαναπροσδιορισμού ενόψει της αναπόφευκτης ταξικής πόλωσης της ελληνικής κοινωνίας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ κατανοεί ότι δεν έχει τα ταξικά ερείσματα για να κρατηθεί στην εξωκομμουνιστική αριστερή πτέρυγα κάτω από τις υπάρχουσες συνθήκες, ότι η περίοδος όπου ήταν εφικτή η "προοδευτικότητα" ανεξάρτητα από την αντικειμενική θέση κάποιου στην ταξική πάλη έχει παρέλθει, και ότι δεν μπορεί να παραμείνει πολιτικά στην θέση που κατείχε, ως απλώς το "αντιδογματικό" και "ανανεωτικό" κομμάτι της ελληνικής αριστεράς· θα πρέπει είτε να βρει μια αγκίστρωση στο ταξικό κίνημα δια της συνεργασίας με τον ανταγωνιστή του (ΚΚΕ), είτε να διολισθήσει προς τα δεξιά σε βαθμό που θα ακυρώνει πλήρως την πολιτικο-ιδεολογική ταυτότητα με την οποία εμφανίστηκε. Και προφανώς, υπάρχουν ήδη στους κόλπους του δυνάμεις που τον σπρώχνουν τόσο προς την μία κατεύθυνση όσο και προς την άλλη, χωρίς όμως να έχουν ακόμη καταφέρει να πρυτανεύσουν και να επιβάλλουν σαφή πολιτική γραμμή πορείας.
Υπ' αυτό το πρίσμα, η αγωνία για έναν αριστερό συνασπισμό εξουσίας που θα επαναφέρει την λογική και την τάξη είναι επίσης αγωνία πολιτικής επιβίωσης, αναπαραγωγής των συνθηκών εκείνων μέσα στις οποίες η δεδηλωμένα "αριστερή" ταυτότητα δεν θα αναγκαστεί να έρθει σε αναμέτρηση ζωής και θανάτου με την αποδοχή ενός καθαρά ταξικά καθορισμένου ιδεολογικού πλαισίου που θα αποδέχεται την πρωτοκαθεδρία της εργατικής ηγεμονίας· τo ζητούμενο είναι συνεπώς να αποφευχθεί η σαφής συμπόρευση με μια όλο και πιο αντιδραστική αστική τάξη χωρίς όμως καμία δέσμευση στο κομμουνιστικό όχημα και την δική του ιστορική προοπτική· να παραμείνει εφικτή η οργανωτική και ιδεολογική χαλαρότητα που αποτελεί την βασική προϋπόθεση ύπαρξης του ΣΥΡΙΖΑ ως σχηματισμού.
Αντίστροφα, η ανοιχτά περιφρονητική για την προοπτική μιας κατά το δυνατόν λιγότερο επώδυνης για το πολιτικό σύστημα "αποκατάστασης της τάξης" στάση του ΚΚΕ προδίδει έναν βαθμό αυτοπεποίθησης για την δυνατότητα ουσιαστικής επανεκίννησης μιας διαδικασίας επαναστατικού μετασχηματισμού στη χώρα. Το κατά πόσο αυτή είναι ρεαλιστική, και συνεπώς κατά πόσο το πρόταγμα της "ανίσχυρης κυβέρνησης" ανταποκρίνεται σε μια βιώσιμη επαναστατική στρατηγική, θα κριθεί στην πράξη, και όχι βέβαια από τα αποτελέσματα των εκλογών και μόνο. Όπως και να 'χει, η σκιά της γενιάς του πρώτου, αποτυχημένου αγώνα για σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της χώρας πάνω στο σημερινό Κομμουνιστικό Κόμμα φαίνεται να γίνεται όλο και μεγαλύτερη, διαμορφώντας όλο και πιο άμεσα τις πολιτικές του αποφάσεις. Η πίστη ότι η κρίση που ξεκίνησε στην Ελλάδα το 2009 είναι στην πραγματικότητα η "δεύτερη ευκαιρία" εκπλήρωσης μιας ιστορικής αποστολής για την οποία άξιζε να περιμένει κανείς για πάνω από 70 χρόνια, μού φαίνεται όλο και δυσκολότερο να αμφισβητηθεί ως προς την υπαρξιακή ένταση και την υποκειμενική βαρύτητά της.
Το σημείωμα ευθυγραμμίζεται με μια σειρά δηλώσεων της ΓΓ του ΚΚΕ ήδη από τις αρχές της χρονιάς, στις οποίες διαφαίνεται ξεκάθαρα ο εκλογικός στόχος του κόμματος, που είναι διπλός: η ενίσχυσή του, φυσικά, αλλά ταυτόχρονα, και εξίσου σημαντικά, η αποδυνάμωση των άλλων κομμάτων, και ιδιαίτερα των κομμάτων κοινοβουλευτικής εξουσίας, σε βαθμό που να είναι είτε αδύνατος ο σχηματισμός κυβέρνησης, είτε ιδιαίτερα επισφαλής στις λαϊκές πιέσεις. Η λογική είναι πολύ συγκεκριμένη: όσο πιο αδύνατο το πολιτικό σύστημα που θα αναδείξουν οι εκλογές, τόσο μεγαλύτερες οι ρωγμές που θα επιτρέψουν την ενδυνάμωση του λαϊκού κινήματος και την δυνατότητά του να εξελιχθεί, ουσιαστικά, σε παράλληλη εξουσία, καθιστώντας εξαιρετικά δυσχερή την επιβολή της οικονομικής πολιτικής της Τρόικας, αλλά και τις θεσμικές και δικαιϊκές αλλαγές που αυτή προϋποθέτει.
Παραθέτω ενδεικτικά μερικές σχετικές δηλώσεις της ΓΓ από τις αρχές του 2012:
5/1/2012:
"Μην ακούτε τον κ. Σαμαρά, μην ακούτε τι λέει ο κ. Παπανδρέου, ή ο επόμενος αρχηγός του ΠΑΣΟΚ. Ήδη υπάρχουν και οι πρόθυμοι να συμβάλουν. Μακάρι να φτάσουμε στο σημείο που να μην μπορεί να σχηματιστεί κυβέρνηση καθόλου και να παρέμβει ο λαός. Αυτό που έχει σημασία είναι να μην έχουμε μία ισχυρή κυβέρνηση. Δεν μπορούμε να έχουμε μια κυβέρνηση φιλολαϊκή."
5/1/2012:
"Αν μπορούσαμε, αυτή τη στιγμή, με τη συμμετοχή μας σε μια κυβέρνηση, να ανακόψουμε τις συνέπειες της κρίσης και να λύσουμε τα προβλήματα του λαού θα παίρναμε μέρος. Και τολμηροί είμαστε και τα ρίσκα παίρνουμε. Αυτό είναι, όμως, αδύνατο."
17/3/2012:
"Από τις εκλογές πρέπει να προκύψει μια αδύνατη κυβέρνηση. Ταυτόχρονα πρέπει ο λαός να βγει λιγότερο φοβισμένος, πιο αποφασισμένος, με μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στον εαυτό του», σημείωσε. Και πρόσθεσε: «Εμείς θεωρούμε ότι αυτό που θα κάνει τη διαφορά είναι το εκλογικό ποσοστό του ΚΚΕ που είναι το κόμμα με την πιο ουσιαστικά αδιάλλακτη στάση, όχι στα λόγια αλλά στην πράξη, απέναντι στην πολιτική που βυθίζει την εργατική τάξη στη φτώχεια. Και σας το λέμε όχι σαν έναν εκλογικό στόχο, αλλά σαν ένα αποτέλεσμα που καταρχήν θα προκαλέσει φόβο στους επάνω και στην ΕΕ και θα δημιουργήσει προϋποθέσεις να γίνει όσο γίνεται πιο αποτελεσματικός ο εργατικός - λαϊκός αγώνας."
21/3/2012:
"Οι συνθήκες διεξαγωγής των εκλογών θα είναι τρομοκρατία για τη νόθευση της συνείδησης. Το παραμύθι της ακυβερνησίας. Ο λαός όχι μόνο δεν πρέπει να την φοβάται, αλλά πρέπει και να επιδιώκει την αστάθεια του αστικού πολιτικού συστήματος. Ισχυρό πλήγμα στις εκλογές, ώστε μετά από αυτές να ξημερώσει πραγματικά μια άλλη μέρα για το λαό. Ισχυρή αστική κυβέρνηση σημαίνει συγκατάθεση για νέα πιο επώδυνα μέτρα. Ανίσχυρη αστική κυβέρνηση σημαίνει ισχυρός λαός που θα της κάνει τη ζωή δύσκολη."
"Ο λαός ... πρέπει να επιδιώκει την αστάθεια του αστικού πολιτικού συστήματος." Ο αστικός Τύπος, όπως εύγλωττα δείχνει ο "εφιάλτης" του δημοσιογράφου του Σκάι, αντιλήφθηκε πολύ καλά την σοβαρότητα του κινδύνου μιας τέτοιας πολιτικής, άσχετα αν προσπαθεί να ξορκίσει τους φόβους του με ανέκδοτα περί Κούβας και Βόρειας Κορέας. Το πρόβλημα για τους αστούς, θα μπορούσε κάποιος να πει, συνίσταται στο γεγονός ότι το ΚΚΕ δεν είναι αρκετά εκλογικά προσανατολισμένο.
Ξεκινώντας από μια ρεαλιστική αποτίμηση της αδυναμίας του να κερδίσει τις εκλογές στην παρούσα φάση, αλλά και της περιορισμένης χρησιμότητας ακόμα και μιας τέτοιας νίκης αν αυτή παραμείνει στενά εκλογική (όπως θα γινόταν αν προέκυπτε από μια μαζική "ψήφο διαμαρτυρίας"), κινείται σε μια κατεύθυνση που δεν πρέπει να διστάσουμε να ονομάσουμε καταστρεπτική. Ο στόχος του στην παρούσα φάση είναι η επίταση, μέσω των εκλογών, της αστάθειας του αστικού πολιτικού συστήματος, η περαιτέρω φθορά του, και η μετατροπή των αρνητικών αυτών συνθηκών σε θεμέλια αυτοπεποίθησης για το λαϊκό κίνημα (με άλλα λόγια, ένα σχήμα του περάσματος από την άρνηση στην κατάφαση, αλλά κι ένα σχήμα που αναδεικνύει την απόσταση του λαϊκού κινήματος από το κράτος).
Είναι ένας στόχος που πρέπει να αναγνωριστεί πως είναι εξαιρετικά δύσκολο να υιοθετηθεί μαζικά όσο το κυρίαρχο ζητούμενο παραμένει η αναζήτηση της αποκατάστασης μιας "φυσιολογικότητας" η οποία είναι ουσιαστικά συνώνυμη της ταξικής κυριαρχίας και της ταξικής υποτέλειας. Το να φτάσει ένα μαζικό κομμάτι της κοινωνίας να βλέπει ακριβώς την παρατεταμένη αστάθεια που παράγει η "κρίση νομιμότητας" ως ευκαιρία δικής του ενδυνάμωσης προϋποθέτει έναν βαθύ μετασχηματισμό αντιλήψεων απέναντι, πρώτα από όλα, στον ρόλο και τη φύση του κράτους. Γιατί η τακτική του ΚΚΕ είναι επαναστατική με την αυστηρή έννοια του ότι είναι αντικρατική, ότι επιδιώκει δηλαδή την αποδυνάμωση του κράτους και όχι την σταθεροποίησή του, την φθορά και την καταστροφή και όχι την αποκατάσταση των διαρρηγμένων σχέσεων "εμπιστοσύνης" ανάμεσα στις κυρίαρχες και τις υποτελείς τάξεις. Σ' αυτό το πλαίσιο σκέψης και προθέσεων, η απόφαση μη συμμαχίας με άλλα κόμματα της αριστερής πτέρυγας του κοινοβουλίου είναι απόλυτα φυσιολογική: τι νόημα έχει να επιδιώκεις μια τέτοια συνεργασία όταν ο στόχος σου είναι η αποδυνάμωση του κοινοβουλίου ως νομοθετικού οργάνου;
Η στάση του ΣΥΡΙΖΑ κινήθηκε ακριβώς στους αντίποδες αυτής της απρόσμενης και παράδοξης --ουσιαστικά, αντικοινοβουλευτικής με κοινοβουλευτικά μέσα-- κίνησης του ΚΚΕ. Καθώς το ΚΚΕ επιβεβαιώνει ευθαρσώς αυτό για το οποίο το κατηγορεί ο αστικός Τύπος, ότι δηλαδή "θέλει να φέρει το χάος", με δεδομένο ότι η υπάρχουσα "τάξη" είναι συνώνυμη της εγχώριας και ευρωπαϊκής ταξικής δικτατορίας, ο ΣΥΡΙΖΑ στηλίτευε ακριβώς την απουσία τάξης και σταθερότητας. Δεν μιλώ εδώ για το θέμα που έθιξα στις αναρτήσεις του Μάρτη, την σταδιακή του δηλαδή αποστασιοποίηση από τις δράσεις του αντιεξουσιαστικού χώρου (αρχής γενομένης των δηλώσεων Τσίπρα για τη σημασία του ειρηνικού χαρακτήρα των πλατειών σε αντιδιαστολή με την "καταστροφική" φύση της εξέγερσης του Δεκέμβρη). Μιλώ για το γεγονός ότι λίγο πριν η Παπαρήγα θέσει την μακροπρόθεσμη αποσταθεροποίηση της αστικής εξουσίας ως κομματικό στόχο, ο ΣΥΡΙΖΑ κατήγγειλε ακριβώς τη φθορά της ως πολιτικό πρόβλημα, ένα πρόβλημα που επέβαλλε το να δοθεί λύση από έναν αριστερό συνασπισμό εξουσίας:
7/11/2011:
"Μετά από ένα απίστευτο παρασκήνιο διαβουλεύσεων, ανοιχτών εκβιασμών και δημιουργίας κλίματος τρομοκράτησης της κοινωνίας, η ανάγκη της ανασύνταξης του μνημονιακού μπλοκ υπό το βάρος των συγκλονιστικών κινητοποιήσεων του λαού μας οδηγεί στη συγκρότηση νέας κυβέρνησης.
[...]
Η παρούσα Βουλή δεν έχει την πολιτική νομιμοποίηση να υποθηκεύσει το μέλλον του κόσμου της εργασίας για τις επόμενες δεκαετίες. Η νέα κυβέρνηση θα είναι πλήρως απονομιμοποιημένη και πολιτικά ανίσχυρη.
[...]
Η προσπάθεια της χειραγώγησης του λαού μας και η υπαγωγή του σε ένα καθεστώς διαρκούς λιτότητας προς όφελος των αγορών και των ισχυρών οικονομικών ελίτ θα ανατραπεί μέσα από τους αγώνες των εργαζομένων και της νεολαίας.
Οι πολιτικές δυνάμεις που αντιπαλεύουν αυτή την πολιτική οφείλουν να συγκλίνουν σε ένα ευρύτατο αντιμνημονιακό μέτωπο και στην προοπτική ενός νέου συνασπισμού εξουσίας."
Αυτό, με άλλα λόγια, που για το ΚΚΕ πρέπει να επιταθεί, είναι για τον ΣΥΡΙΖΑ αυτό που πρέπει να θεραπευτεί. Αν και προφανώς υπάρχει μια αρχική συμφωνία για το γεγονός ότι οι αστικές δυνάμεις της "τάξης" βυθίζουν την χώρα στο χάος, η οπτική του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι ένα αριστερό μέτωπο θα ήταν το μόνο που θα μπορούσε να επαναφέρει την τάξη, περιστέλλοντας κατά το δυνατόν τις ακρότητες της αστικής πολιτικής σε Ελλάδα και Ευρώπη, αποκαθιστώντας τις σχέσεις εμπιστοσύνης και ηρεμίας που έχουν διαρραγεί, και αποτρέποντας δυνητικά καταστροφικές εκτροπές. Από την οπτική του ΣΥΡΙΖΑ, αυτή είναι η "υπεύθυνη" αριστερή λύση στην κρίση του καπιταλιστικού συστήματος. Από αυτή του ΚΚΕ, αυτή είναι μια ανοιχτή πρόταση "εκλογίκευσης" και συνεπώς αποκατάστασης του καπιταλιστικού συστήματος. Και, συνεπώς η αναζήτηση συνεργασίας με το ΚΚΕ από τον ΣΥΡΙΖΑ είναι το ίδιο λογική ως συνέπεια της βασικής αντίληψης των κομματικών στόχων όσο είναι και η απόρριψή της από το ΚΚΕ: Με δεδομένο το ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως και το ΚΚΕ, δεν είναι σε θέση να πετύχει κυβερνητική αυτοδυναμία, η "αποκατάσταση της λογικής" με αριστερή πολιτική χροιά προϋποθέτει συνεργασία με τις διαθέσιμες δυνάμεις της αριστεράς. Κι έτσι, στις 10 Απρίλη 2012, ο Τσίπρας θα δηλώσει ότι "η μόνη λύση είναι ένας νέος συνασπισμός εξουσίας":
"Την ανάγκη σχηματισμού κυβέρνησης από ένα νέο συνασπισμό εξουσίας υπογράμμισε ο πρόεδρος της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας, επαναλαμβάνοντας την πρότασή του για συνεργασία των αριστερών δυνάμεων. Προειδοποίησε πως αν την επομένη των εκλογών σχηματιστεί κυβέρνηση από τις δυνάμεις που στηρίζουν το Μνημόνιο θα επικρατήσει «κατάσταση χάους».
Κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου, ο κ. Τσίπρας επεσήμανε ότι οι επερχόμενες εκλογές είναι κρίσιμες, γιατί είναι μια σημαντική ευκαιρία, όχι για να επιβεβαιώσουν τις πολιτικές τοποθετήσεις των κομμάτων, αλλά για να δώσουν διέξοδο, για να δώσουν λύση. Όπως ανέφερε, αν σχηματιστεί κυβέρνηση από τις δυνάμεις που στηρίζουν το μνημόνιο, θα υπάρξουν, νέα επώδυνα σκληρά μέτρα, αγανάκτηση, οργή και αντίδραση από το λαό, καταστολή, δακρυγόνα, χημικά. Θα έχουμε μια κατάσταση χάους, που θα επιτείνεται φυσικά από την απόγνωση που θα προκαλεί η βίαιη εφαρμογή αυτών των νέων επώδυνων σκληρών μέτρων, που θα αφορούν τις απολύσεις στο δημόσιο τομέα, τη μείωση μισθών στον ιδιωτικό τομέα, που θα στοχεύουν στη διάλυση των βασικών δυνατοτήτων επιβίωσης της λαϊκής οικογένειας, πρόσθεσε."
Αλλά η αναζήτηση συνεργασίας εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ περιλαμβάνει και την αναγνώριση ενός ακόμα παράγοντα, που έθιξα στα κείμενα του Μάρτη: την αναγνώριση του γεγονότος ότι ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός του έχει εξελιχθεί σε μια ιδιαίτερα προβληματική διάσταση για το μέλλον του. Εξού και οι διαρκείς επαμφοτερισμοί για το ζήτημα της ΕΕ και του ευρώ, τα αντιφατικά και διστακτικά "φλερτ", από τον Ιούνη και μετά, με διάφορους "αντιευρωπαϊκούς" προσανατολισμούς --με πρωταγωνίστρια την "αριστερή πτέρυγα" Λαφαζάνη-- και η αποδοχή της προοπτικής συνεργασίας με ένα κόμμα όπως το ΚΚΕ, έστω και την στιγμή που αυτή αυτοακυρώνεται μέσω της ταυτόχρονης δήλωσης πρόθεσης συνεργασίας με ένα κόμμα όπως η ΔΗΜΑΡ. Η ουσία πίσω από όλες αυτές τις αντιφάσεις είναι απλή και την συλλαμβάνει αρκετά καθαρά ένα στέλεχος της ΔΗΜΑΡ όπως ο Π. Παναγιώτου όταν λέει ότι η στάση του ΣΥΡΙΖΑ για την ευρωζώνη είναι "'εξελισσόμενη' και ταυτόχρονα 'αμφίσημη'": είναι ότι η αυτοπεποίθηση του σχηματισμού απέναντι στην μελλοντική του πολιτικο-ιδεολογική βιωσιμότητα φθίνει, ότι βρίσκεται σε εξέλιξη μια αγωνιώδης, αντιφατική και συγκεχυμένη στις εκδηλώσεις της μάχη πολιτικού επαναπροσδιορισμού ενόψει της αναπόφευκτης ταξικής πόλωσης της ελληνικής κοινωνίας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ κατανοεί ότι δεν έχει τα ταξικά ερείσματα για να κρατηθεί στην εξωκομμουνιστική αριστερή πτέρυγα κάτω από τις υπάρχουσες συνθήκες, ότι η περίοδος όπου ήταν εφικτή η "προοδευτικότητα" ανεξάρτητα από την αντικειμενική θέση κάποιου στην ταξική πάλη έχει παρέλθει, και ότι δεν μπορεί να παραμείνει πολιτικά στην θέση που κατείχε, ως απλώς το "αντιδογματικό" και "ανανεωτικό" κομμάτι της ελληνικής αριστεράς· θα πρέπει είτε να βρει μια αγκίστρωση στο ταξικό κίνημα δια της συνεργασίας με τον ανταγωνιστή του (ΚΚΕ), είτε να διολισθήσει προς τα δεξιά σε βαθμό που θα ακυρώνει πλήρως την πολιτικο-ιδεολογική ταυτότητα με την οποία εμφανίστηκε. Και προφανώς, υπάρχουν ήδη στους κόλπους του δυνάμεις που τον σπρώχνουν τόσο προς την μία κατεύθυνση όσο και προς την άλλη, χωρίς όμως να έχουν ακόμη καταφέρει να πρυτανεύσουν και να επιβάλλουν σαφή πολιτική γραμμή πορείας.
Υπ' αυτό το πρίσμα, η αγωνία για έναν αριστερό συνασπισμό εξουσίας που θα επαναφέρει την λογική και την τάξη είναι επίσης αγωνία πολιτικής επιβίωσης, αναπαραγωγής των συνθηκών εκείνων μέσα στις οποίες η δεδηλωμένα "αριστερή" ταυτότητα δεν θα αναγκαστεί να έρθει σε αναμέτρηση ζωής και θανάτου με την αποδοχή ενός καθαρά ταξικά καθορισμένου ιδεολογικού πλαισίου που θα αποδέχεται την πρωτοκαθεδρία της εργατικής ηγεμονίας· τo ζητούμενο είναι συνεπώς να αποφευχθεί η σαφής συμπόρευση με μια όλο και πιο αντιδραστική αστική τάξη χωρίς όμως καμία δέσμευση στο κομμουνιστικό όχημα και την δική του ιστορική προοπτική· να παραμείνει εφικτή η οργανωτική και ιδεολογική χαλαρότητα που αποτελεί την βασική προϋπόθεση ύπαρξης του ΣΥΡΙΖΑ ως σχηματισμού.
Αντίστροφα, η ανοιχτά περιφρονητική για την προοπτική μιας κατά το δυνατόν λιγότερο επώδυνης για το πολιτικό σύστημα "αποκατάστασης της τάξης" στάση του ΚΚΕ προδίδει έναν βαθμό αυτοπεποίθησης για την δυνατότητα ουσιαστικής επανεκίννησης μιας διαδικασίας επαναστατικού μετασχηματισμού στη χώρα. Το κατά πόσο αυτή είναι ρεαλιστική, και συνεπώς κατά πόσο το πρόταγμα της "ανίσχυρης κυβέρνησης" ανταποκρίνεται σε μια βιώσιμη επαναστατική στρατηγική, θα κριθεί στην πράξη, και όχι βέβαια από τα αποτελέσματα των εκλογών και μόνο. Όπως και να 'χει, η σκιά της γενιάς του πρώτου, αποτυχημένου αγώνα για σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της χώρας πάνω στο σημερινό Κομμουνιστικό Κόμμα φαίνεται να γίνεται όλο και μεγαλύτερη, διαμορφώντας όλο και πιο άμεσα τις πολιτικές του αποφάσεις. Η πίστη ότι η κρίση που ξεκίνησε στην Ελλάδα το 2009 είναι στην πραγματικότητα η "δεύτερη ευκαιρία" εκπλήρωσης μιας ιστορικής αποστολής για την οποία άξιζε να περιμένει κανείς για πάνω από 70 χρόνια, μού φαίνεται όλο και δυσκολότερο να αμφισβητηθεί ως προς την υπαρξιακή ένταση και την υποκειμενική βαρύτητά της.
Η ερμηνεία των δηλώσεων Παπαρρήγα που αποτολμά ο Αντώνης είναι η αισιόδοξη και πάντως εκκινεί από το αξίωμα: «το ΚΚΕ είναι ΤΟ κόμμα της εργατικής τάξης», ένα μεταφυσικό ισχυρισμό αν λάβει κανείς υπόψιν του το επίπεδο συνείδησης της εργατικής τάξης σήμερα. Η απαισιόδοξη ερμηνεία είναι πως η Παπαρρήγα αγρεύει ψηφαλάκια. Προσπαθεί να απενεργοποιήσει το φόβητρο της ακυβερνησίας που οδηγεί δυνητικούς ψήφους του ΚΚΕ στα αστικά κόμματα. Μετατοπίσεις σαν κι αυτές που υπαινίσσεται ο Αντώνης και εύχεσαι κι εσύ - μαζί κι εγώ - θα μπορούσαν να συμβούν μόνο κάτω από την πίεση της ταξικής πάλης, και δεν είναι η περίπτωση. Πολύ περισσότερο που μια τέτοια μεταλλαγή θα σήμαινε και τη διάλυση του ΚΚΕ, αλλά ούτε και αυτή η περίπτωση είναι . . .
Ευχαριστώ για την αναδημοσίευση. Προσπάθησα να εξαλείψω κάθε "πρόβλεψη" --δεν θεωρώ ότι μπορώ και θέλω να κάνω τέτοια-- και να περιοριστώ στα δεδηλωμένα και στην ανάλυσή τους.
Όπως και να έχει, θεωρώ άξιο συζήτησης και ανάλυσης το γεγονός ότι η "εκλογική ενίσχυση" δεν αποτελεί τον αποκλειστικό δεδηλωμένο στόχο του ΚΚΕ και ότι η επίτευξη μιας κατάστασης κυβερνητικής αστάθειας --κατ' αντιπαράθεση με τον στόχο για "αριστερή εξουσία" με εκλογικά μέσα-- προβάλλεται ως εξίσου σημαντική αναγκαιότητα.
Αντώνη, είναι αλήθεια ότι το ΚΚΕ, συγκρινόμενο με τον ΣΥΡΙΖΑ ή την ΑΝΤΑΣΡΥΑ, βρίσκεται ομολογουμένως πολύ πιο αριστερά, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αρκούν τα βήματα που έχουν γίνει και ως απόρροια της ίδιας της κίνησης της ταξικής πάλης και της αναγκαιότητας να υπάρξει μια επαναστατική πρωτοπορία που θα θέσει το ζήτημα της πολιτικής εξουσίας στην ημερήσια διάταξη των κοινωνικών και πολιτικών αγώνων.
Δύο είναι τα ζητήματα- ανεξάρτητα απο τις δικές μου ενστάσεις για την ιστορική διαδρομή του ΚΚΕ και για τα ιστορικά του λάθη- που το καθιστούν την πιο ξεκάθαρη εκδοχή κομμουνιστικής αριστεράς αυτή την πολιτική περίοδο : το ζήτημα της ΕΕ που τοποθετείται με σαφήνεια στην πλευρά της εξόδου, και το ζήτημα των ¨αριστερών κυβερνήσεων" που τις απορρίπτει επίσης με ξεκάθαρο τρόπο.
Σε αυτόν ακριβώς το δυισμό εστιάζεται και η προσδοκία μου να επιβεβαιωθεί η δική σου θέση.
Εγώ σε ευχαριστώ που τροφοδοτείς εναν πολιτικό διάλογο που καμία σχέση δεν έχει με την εκφυλισμένη αριστερά, των εκλογικών συμπορεύσεων, και των αριστερων κυβερνήσεων που εξωθεί απο τον λογο της και την πρακτική της, την δυνατότητα της ταξικής πάλης για να εκφραστεί μια νέα εργατική εξουσία, αλλά και την ανάγκη των εργαζομένων να βρει δρόμους υλικής έκφρασης αυτή η δυνατότητα.
Αντιλαμβάνομαι τους φόβους σου. Ωστόσο θέλω να παρατηρήσω, ότι ειδικά σε αυτή την πολιτική περίοδο που διανύουμε, είναι εξαιρετικά δύσκολο για ένα πολτικό φορέα όπως είναι το ΚΚΕ, με ρίζες στην εργατική τάξη, και με μαζική αναφορά στον κόσμο της εργασίας, να μείνει ανεπηρέραστο απο τα γεννήματα της ταξικής πάλης, που εκτιμώ ότι σε ικανό βαθμό θα επιδράσουν τόσο στην πολιτική του δράση όσο και στις πολιτικές τους επιλογές.
Μια ενδεχόμενη μετατόπιση του ΚΚΕ προς τα αριστερά, είναι δεδομένο ότι θα πυροδοτήσει φυγόκεντρες τάσεις στο εσωτερικό του δεξιών αποκκλίσεων, που ωστόσο δεν θεωρώ ότι θα οδηγήσει στην διάλυσή του, αλλά στην συνολική μετατόπισή του σε εργατικές επαναστατικές θέσεις, και στην απαλλαγή του απο τα όποια δεξιά και οπορτουνιστικά στοιχεία που βολεύονται στην σημερινή κατάσταση.
Βέβαια αυτό μένει να αποδειχθεί δεδομένης της ρευστότητας της πολιτικής περιόδου και της πυκνότητας του πολιτικού χρόνου που αλάζει την αριστερά της ¨ειρηνικής περιόδου" -είτε προς τα δεξιά είτε προς τα αριστερά- με ταχύτατους ρυθμούς.
Φίλε traversorossa,
Να είσαι καλά. Και εγώ εκτιμώ απεριόριστα όσους, κρατώντας κριτικές αποστάσεις από το ΚΚΕ, δεν παραδίδονται στον πλήρη εκφυλισμό της ίδιας της κριτικής σκέψης για να δικαιολογήσουν τον συμβιβασμό τους με ένα κατεστημένο που καλόμαθε να προβάλλεται ως η μεγάλη "εναλλακτική".
Αντιγράφω εδώ και δύο σχόλια που έκανα μόλις σχετικά με την πρόσφατη έρευνα της Κάπα Research για Τα Νέα, ως τροφή για σκέψη και προβληματισμό:
"This just in απ' τους φίλους μας στα Νέα (αφορά και την διχογνωμία Praxis-Leftg700 περί Π.Π και εξόδου από το ευρώ):
"Συντριπτική παραμένει η πλειοψηφία υπέρ της παραμονής της χώρας στην ευρωζώνη: το 77% των ερωτηθέντων στην έρευνα της Κάπα Research δήλωσε ότι η επόμενη κυβέρνηση πρέπει να κάνει ό,τι είναι απαραίτητο για να παραμείνει η Ελλάδα στο ευρώ - και μόλις το 13% προτιμά την επιστροφή στη δραχμή.
Το ποσοστό εκείνων που επιλέγουν τη δραχμή είναι αυξημένο - προσεγγίζει το 40% - μεταξύ των ψηφοφόρων του ΚΚΕ, χωρίς ωστόσο αυτή η τάση να είναι πλειοψηφική μεταξύ των ψηφοφόρων του κόμματος.
Είναι ενδιαφέρον ότι τα ποσοστά υπέρ της δραχμής εμφανίζονται χαμηλότερα του 30%, ακόμα και σε κόμματα όπως οι Ανεξάρτητοι Ελληνες και η Χρυσή Αυγή.
Πάνω από εννιά στους δέκα ψηφοφόρους, τόσο του ΠΑΣΟΚ όσο και της ΝΔ, στηρίζουν την παραμονή στο ευρώ - ενώ είναι πολύ χαρακτηριστική η στάση εκείνων που συγκροτούν την αδιευκρίνιστη ψήφο: πάνω από 75% τάσσονται υπέρ του κοινού νομίσματος, ενώ μόλις το 10% δηλώνει ότι προτιμά την επιστροφή στη δραχμή."
http://www.tanea.gr/ellada/article/?aid=4712847
Όπως το κατάλαβα εγώ, αν και το ΚΚΕ εξηγεί ότι το δίλημμα "δραχμή ή ευρώ" είναι εντελώς παραπλανητικό ως προς την ουσία του προβλήματος, πάλι οι ΚΚΕδες είναι στην κορυφή του ποσοστού αυτών που απαντούν "δραχμή."
Οι υπόλοιποι φουριόζοι "αντιμνημονιακοί", που δεν αποδέχονται καν ότι το ζήτημα δεν είναι το "δραχμή ή ευρώ" απαντούν απλώς...ευρώ.
Αυτά για το ποιος πουλάει φούμαρα και ποιος το εννοεί όταν λέει "έξω απ' την ευρωζώνη". Και εδώ που τα λέμε, απλό είναι: Το ΚΚΕ είναι το μόνο κοινοβουλευτικό κόμμα που εναντιώθηκε εξ αρχής στην ένταξη. Οπότε δεν έχει και καμιά ανάγκη για κωλοτούμπες και επαμφοτερισμούς.
Δεν ξέρω αν υπάρχει κάποιος που να θεωρεί ότι αυτό είναι αμφισβητήσιμο.
Απ' το πιο πάνω:
"το 77% των ερωτηθέντων στην έρευνα της Κάπα Research δήλωσε ότι η επόμενη κυβέρνηση πρέπει να κάνει ό,τι είναι απαραίτητο για να παραμείνει η Ελλάδα στο ευρώ."
Και από εδώ: http://www.tanea.gr/gnomes/?aid=4712830
"Ενα από τα πολιτικά μηνύματα που εξάγονται είναι ότι η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών πιστεύει πως η επόμενη κυβέρνηση πρέπει να δώσει τη μάχη για την πάση θυσία παραμονή της χώρας στο ευρώ. "
Ποίος κοροϊδεύει ποίον σ' αυτή τη χώρα;
Μια έρευνα που αναδεικνύει την τεράστια ευθύνη έκεινης της αριστεράς που ακατάσχετα χρεολογεί και ευρωλογεί, χωρίς να νοιάζεται -και εγώ πιστεύω ότι αυτό είναι ταξική θέση,- για την δημιουργία ενός συνολικού αντικαπιταλιστικού αντι ΕΕ ρεύματος που θα θέτει το ζήτημα της εργατικής εξουσίας στην προμετωπίδα της κοινωνικής και πολιτικής του παρουσίας.
Προτιμούν να εκδίδουν χρεοβιβλια και ευρωβιβλία, να κάνουν συνέδρια και να φτιάχνουν ενα λοβοτομημένο ακροατήριο άβουλων χειροκροτητών χωρίς λόγο και ουσία ύπαρξης.
Ο καθένας κάνει τις επιλογές του, αρκεί να μην πουλάει φούμαρα περι αντικαπιταλιστικού σχεδίου και τα ανάλογα.Δεν απευθύνονται στα μέλη τους που ευκολα χωνεύουν κάθε μπαρούφα που εκτοξεύουν οι κάθε λογής "διανούμενοι" και "καθοδηγητές" αυτής της αριστεράς.