Η λειτουργία του Traverso Rossa, μεταφέρεται σταδιακά στο νέο site,

# Marxism.

Ωστόσο, το υπάρχον blog και το υλικό που περιέχει, θα παραμείνουν προσβάσιμα.



12 Φεβρουαρίου 2014

Μιχάλης Λυμπεράτος - Η αριθμητική και κοινωνική έκταση της εαμικής συμμαχίας




Οι όροι για να επιτευχθούν τα εκπληκτικά αποτελέσματα της εθνικής αντίστασης καθορίζονταν προφανώς από τη γενικότερη κίνηση μαζών που συντελέστηκε κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Γιατί το ΕΑΜ ως κοινωνική σχέση και πολιτική συμμαχία ξεπέρασε κάθε προσδοκία τόσο ως προς την ταχύτητα ανάπτυξής του όσο κυρίως και ως προς την κοινωνική του έκταση. Αν και τα διαθέσιμα στοιχεία δεν συνιστούν μια αναλυτική πηγή αναφορικά με τον προσδιορισμό του αριθμητικού εύρους των μελών του ΕΑΜ, η συνολική δύναμη όσων μετείχαν στις εαμικές οργανώσεις κατά το τέλος της Κατοχής, υπερέβαινε, σύμφωνα και με τις υπάρχουσες εκτιμήσεις, το 1.000.000 μέλη106 από αρχικά 42.000 που υπολόγιζε το SOE στα μέσα του 1942.107 Το ίδιο το ΚΚΕ εκτιμούσε ότι τα οργανωμένα μέλη του ΕΑΜ στις αρχές του 1944 μόνο στη Μακεδονία ξεπερνούσαν τα 450.000.108 Η Α΄ Πανελλαδική συνδιάσκεψη του ΕΑΜ που συγκλήθηκε στο Νεοχώρι Ευρυτανίας, την 1η Σεπτεμβρίου 1944, προσδιόρισε ότι 700.000 περίπου άτομα ανήκαν στις νεανικές οργανώσεις ΕΠΟΝ και Αετόπουλα.109 Να σημειωθεί ότι στα στοιχεία δεν περιλαμβάνονταν τα νησιά του Αιγαίου και η Κρήτη, όπως και η Ανατολική Μακεδονία και Θράκη.110

Από το σύνολο αυτό των μελών των εαμικών οργανώσεων, 250.000 περίπου κατανέμονταν στην Αθήνα και τον Πειραιά, ήτοι το 16% του πληθυσμού, 300.000 στην Πελοπόννησο, ήτοι το 19,7%, 450.000 στην Μακεδονία, περίπου το 30%, 280.000 στη Θεσσαλία, το 19%, 70.000 στην Ήπειρο, το 5% και 170.000 στην Στερεά και την Εύβοια, ήτοι το 11,2 %111. Ακόμη πιο ευρέα είναι τα δεδομένα αναφορικά με την έκταση της συμμετοχής στην Εθνική Αλληλεγγύη, την οργάνωση αλληλοβοήθειας του ΕΑΜ, τα μέλη της οποίας ενδεχομένως να υπερέβαιναν κατά το ένα τρίτο το σύνολο των μελών των άλλων εαμικών οργανώσεων, ήτοι το 70-80% των πληθυσμών των περιοχών που η Εθνική αλληλεγγύη ασκούσε έργο.112





Με βάση την απογραφή πληθυσμού του 1940 και με υπολογιζόμενες απώλειες λόγω του πολέμου και της πείνας κατά τη διάρκεια της Κατοχής 500.000 θανόντες, τα ενταγμένα μέλη στις εαμικές οργανώσεις πρέπει να αφορούσαν περίπου στο 25% του συνόλου του πληθυσμού άνω των 10 ετών113 μαζί με τον ΕΛΑΣ, τακτικό και εφεδρικό, που αριθμούσε περίπου 120.000 μέλη στα τέλη της Κατοχής114.

Χαρακτηριστική, για τα μεγέθη αυτά, έκταση των κοινωνικών αναφορών της συμμαχίας. Ενδεικτικά μόνο στον ΕΛΑΣ Θεσσαλίας, η σύνθεση των έφεδρων αξιωματικών ήταν κατά 30% περίπου εργάτες, κατά 18% αγρότες κατά 25% φοιτητές και κατά 24% επαγγελματο-βιοτέχνες, υπάλληλοι και επιστήμονες.115 Στις νεανικές, μάλιστα, οργανώσεις, στην ΕΠΟΝ, υπερτερούσαν τα μικροαστικά στοιχεία. Σε 634 αντιπροσώπους στις τμηματικές συνελεύσεις της ΕΠΟΝ Αθήνας (Ιούνιος 1943), το 57% είναι μικροαστικής καταγωγής ενώ το 5% μεσοαστικής και μεγαλοαστικής.116

Ίσως η πιο καθαρή όμως απόδειξη του κοινωνικού εύρους της εαμικής συμμαχίας ήταν τα αποτελέσματα των εκλογών που οργανώθηκαν, τον Απρίλιο του 1944, για την ανάδειξη Εθνικού Συμβουλίου στα πλαίσια της ΠΕΕΑ. Στην Αθήνα ψήφισαν 360.000 άτομα και στον Πειραιά 75.000, δηλαδή στην μεν Αθήνα τρεις φορές περισσότεροι από ό,τι στις εκλογές του 1936, στον Πειραιά 25.000 περισσότεροι.117 Εκλέχθηκαν 180 Εθνοσύμβουλοι στους οποίους προστέθηκαν και 22 βουλευτές της βουλής του 1936, τιμής ένεκεν.118

Χωρίς να μπορεί να προσδιοριστεί επακριβώς ο αριθμός των ψηφοφόρων, που υπερέβαινε, κατά τις εκτιμήσεις του ΕΑΜ τους 1.500.000, ήταν προφανές ότι στη διαδικασία μετείχαν πολλοί περισσότεροι από τους 1.200.000 εκλογείς του 1936. Βεβαίως η αύξηση αυτή εξηγείται κυρίως εξαιτίας του γεγονότος ότι δόθηκε δικαίωμα ψήφου και στους νέους από 18 ετών αλλά και στις γυναίκες που φυσικά δεν ψήφισαν στις εκλογές του 1936. Ωστόσο, το γεγονός ότι οι εκλογές αυτές διεξήχθησαν για τις μεγάλες πόλεις χωρίς την τυπική ελευθερία πρόσβασης στις κάλπες, και με τμήματα της χώρας χωρίς εκλογική δυνατότητα (δεν συμμετείχαν οι περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης υπό βουλγαρικό έλεγχο, όπως και η Κρήτη και τα νησιά του Αιγαίου), διατηρεί τον αντιπροσωπευτικό χαρακτήρα τους.119

Στο Εθνικό αυτό Συμβούλιο εκλέχτηκαν εργάτες μόνο κατά 12,8% και αγρότες κατά το ίδιο περίπου ποσοστό, που δεν ήταν αποκλειστικά και μόνο μικροί αγρότες120 ενώ το υπόλοιπο 75% ήταν μικροαστικής προέλευσης αλλά και με ποσοστά της τάξης του 15% επαγγελματίες και βιομήχανοι.121 Το μεγαλύτερο ποσοστό αποτελούνταν από δημοσίους υπαλλήλους, δικηγόρους και γιατρούς, δικαστές και εκπαιδευτικούς, καθηγητές πανεπιστημίου αλλά και σε σημαντικό ποσοστό από στρατιωτικούς και κληρικούς.122

Ιδιαίτερα σε επίπεδο νεολαίας, σύμφωνα με τις εκθέσεις των στελεχών της ΕΠΟΝ, κατά τη διάρκεια της Κατοχής το ποσοστό συμμετοχής νέων (μέχρι 24 ετών) στις ανταρτικές οργανώσεις κυμαινόταν από 45 μέχρι 60%.123 Το ποσοστό αυτό ανέβαινε μέχρι και το 75%, αν το όριο ηλικίας έφτανε μέχρι τα 30 χρόνια.124 Να σημειωθεί ότι με βάση τους υπολογισμούς, την περίοδο από το Μάρτιο του 1944 έως την απελευθέρωση, περίοδο ιδιαίτερης μαζικοποίησης της ΕΠΟΝ, το ποσοστό των νέων που είχαν οργανωθεί αφορούσε σε επίπεδα του 70 και 80% για τη Θεσσαλία και την Κεντρική και Δυτική Μακεδονία.125

Το μεγάλο πλεονέκτημα του ΕΑΜ, όπως διαπίστωναν και οι πολιτικοί του αντίπαλοι, ήταν αυτή η αθρόα προσχώρηση νέων στις τάξεις του μέσω της ΕΠΟΝ. Στη Θεσσαλία είχε οργανωθεί το 85% των νέων μέχρι 24 ετών στην ΕΠΟΝ, ενώ στη Δυτική και την Κεντρική Μακεδονία το αντίστοιχο ποσοστό έφτανε στο 70%. Αξιοσημείωτο είναι ότι στις Επονίτικες οργανώσεις εντάσσεται η συντριπτική πλειοψηφία των μορφωμένων νέων (μαθητές, απόφοιτοι Γυμνασίου, φοιτητές), η περιώνυμη «Σπουδάζουσα». Τα ίδια ισχύουν και για τα 200.000 περίπου «Αετόπουλα», τα παιδιά σχολικής ηλικίας μέχρι 14 ετών που είχαν ενταχθεί στο ΕΑΜ και διεκδικούσαν ρόλο στην οργάνωση της σχολικής διαδικασίας και της παιδικής ψυχαγωγίας.

Αυτή ακριβώς η δυναμική του ΕΑΜ προσέδωσε ιδιαίτερη σημασία και στη γυναίκα. Οι γυναίκες αποτελούσαν το 45% περίπου των εαμικών οργανώσεων με πρωταρχικό ρόλο στην υποστήριξη των ενόπλων τμημάτων του ΕΛΑΣ, είτε με τη μορφή του εφοδιασμού είτε με αυτήν της ιατροφαρμακευτικής αρωγής. Ένας αρκετά μεγάλος αριθμός συμμετείχε και στα καθεαυτό ένοπλα σώματα ως αντάρτισσες και αξιωματικοί.126Υπήρχαν άλλωστε και τμήματα γυναικών, ακόμη και έφιππη γυναικεία ομάδα στην περιοχή των Τρικάλων.127 Εκτός όμως από τις ένοπλες αντιστασιακές οργανώσεις ένα εξαιρετικά μεγάλο ποσοστό γυναικών δραστηριοποιούνταν στις μαζικές οργανώσεις της πόλης, βοηθούσαν στις μάχες της σοδειάς, διακινούσαν τον παράνομο Τύπο, ενεργοποιούνταν σε επιστημονικές οργανώσεις.128

Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι τυπικά στο Εθνικό Συμβούλιο των Βουνών δεν εξελέγησαν κατά πλειοψηφία εργάτες και αγρότες, η ηγεμονία της εργατικής τάξης στο ΕΑΜ ήταν δεδομένη και αδιαμφισβήτητη. Ηγεμονία που καθοριζόταν όχι τόσο από τις εκπεφρασμένες θέσεις του ΕΑΜ όσο όπως αυτή προσδιοριζόταν από το είδος των πολιτικών αγώνων που έδινε (διαδηλώσεις, καταλήψεις παραγωγικών μονάδων, δολιοφθορές), αλλά και του τρόπου που συγκροτούσε τις πολιτικές του λειτουργίες (οι «λαϊκές εξουσίες του βουνού» ήταν, στην ουσία, μια, επί το ειδικότερο, αναπαραγωγή των δομών λειτουργίας των εργατικών οργανώσεων – λαϊκές συνελεύσεις, κοινωνική συμμετοχή, άρση των ιεραρχήσεων, διαρκής λαϊκός έλεγχος, αμεσοδημοκρατικές λειτουργίες, ανακλητότητα αντιπροσώπων κλπ). Ακόμη περισσότερο, οι ένοπλες οργανώσεις του ΕΑΜ, τόσο ο ΕΛΑΣ, όσο και η ΟΠΛΑ και η Εθνική Πολιτοφυλακή, ήταν ο καθεαυτό «ένοπλος λαός» του Μαρξ της Παρισινής Κομμούνας129, αναπαράγοντας αφ’ εαυτού τις ιστορικές πρακτικές των ένοπλων μαζικών εργατικών αγώνων, χωρίς, εντούτοις, να αναπαράγουν δομές στρατιωτικοποίησης αντίστοιχες του αστικού στρατού. Αυτό υπογράμμιζαν οι λαϊκές συνελεύσεις μέσα στις μονάδες του ΕΛΑΣ, η κατάργηση βαθμών, η αναπαραγωγή του σχήματος της τριμελούς διοίκησης – στρατιωτικός αρχηγός, καπετάνιος και πολιτικός επίτροπος, η σχέση των ανταρτών με τις μάζες, οι διαφορετικές μορφές ιεραρχίας κλπ.

Εντούτοις, και παρά την εξ αντικειμένου ηγεμονία της εργατικής τάξης στο εσωτερικό της συμμαχίας, η πλειοψηφία του ηγετικού πυρήνα του ΚΚΕ, επέλεξε να μην προσδώσει στο ΕΑΜ το πολιτικό περιεχόμενο που αντιστοιχούσε στην ηγεμονία αυτή. Πρυτάνευσε ότι έπρεπε πάση θυσία να διαφυλαχθεί ο ευρύς κοινωνικός χαρακτήρας της συμμαχίας και να εξασφαλιστεί η μεγαλύτερη δυνατή πρόσβαση σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα και εργατικές μερίδες, που απέρριπταν ή δεν ήταν εξοικειωμένα με εργατικά κοινωνικά προγράμματα.130 Το ίδιο το Ε.ΕΑΜ, το εργατικό ΕΑΜ, υλοποίησε τη στρατηγική αυτή: δεν διαμόρφωσε ποτέ ένα συγκροτημένο πολιτικό και οικονομικό πρόγραμμα, απέφυγε την έκφραση ταξικών στόχων, ακόμη και με τη μορφή των τυπικών σοσιαλδημοκρατικών προγραμμάτων των δυτικών ευρωπαϊκών συνδικάτων. Δεν έθεσε ποτέ κανένα ζήτημα εθνικοποιήσεων, εργατικής συμμετοχής και εξουσίας.131 Όλα αυτά εκλαμβάνονταν ως διαλυτικοί παράγοντες που έπρεπε να κρατηθούν πέρα από το ΕΑΜ, ως μορφές κομμουνιστικού φανατισμού, ως εκδηλώσεις «τροτσκισμού».132

Αλλά και οι άλλες εαμικές οργανώσεις, με ευθύνη του ΚΚΕ, δεν απέκτησαν ποτέ αυστηρές συγκεντρωτικές δομές αλλά αποτέλεσαν σχετικά χαλαρά οργανωτικά σχήματα, αφού και οι συνθήκες του αγώνα προϋπέθεταν ευελιξία και σε ορισμένες περιπτώσεις αυτονομία στη λήψη των αποφάσεων.133 Ακόμα και το ΕΕΑΜ, έγινε «μέτωπο βάσης», μια μαζική οργάνωση με αθρόες προσχωρήσεις.134 Η ίδια η «Κομμουνιστική Επιθεώρηση» μεμφόταν όλους όσοι καθυστερούσαν να εντάξουν και το 100% των εργαζομένων στις εαμικές οργανώσεις.135 Οι κομμουνιστές παραχωρούσαν τη θέση τους στους συμμάχους στα αντιπροσωπευτικά όργανα των εργατικών οργανώσεων ώστε να υπάρξει ίσος αριθμός αντιπροσώπων, ανεξαρτήτως των μελών της κάθε παράταξης ενώ οι Επιτροπές Πόλεων του ΕΑΜ διατηρούσαν σημαντικό ποσοστό αυτονομίας ακόμα και από την ΚΕ του ΕΑΜ και εκλέγονταν με αντιπροσωπευτικές διαδικασίες.136 Όταν μια από τις βασικές παρατάξεις ή κόμματα του ΕΑΜ δεν είχε επαρκή αριθμό στελεχών, μόνο τότε άλλη παράταξη, συμπλήρωνε τον αριθμό, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η πραγματική δυναμική της κάθε παράταξης.137

Κάθε απόφαση προϋπέθετε ευρεία αποδοχή και μάλιστα το ίδιο το ΚΚΕ κατέβαλε ιδιαίτερη προσπάθεια ώστε να μην παρατηρηθούν προστριβές μεταξύ των συνδικαλιστικών μερίδων. Ήταν τόσο πειστική η τακτική αυτή, ώστε όταν στελέχη του ΣΚΕ κατηγόρησαν για κηδεμονία το ΚΚΕ, η ίδια η οργάνωσή τους τούς διέγραψε με το αιτιολογικό ότι ήταν παντελώς αστήρικτες οι αιτιάσεις και ζήτησε να απολακτιστούν από το ΕΑΜ ως διασπαστές.138 Εκεί που υπήρχαν υπαρκτές διαμαρτυρίες ήταν μόνο στο γεγονός ότι το ΚΚΕ ευνοούσε θεωρητικά τις εργοστασιακές επιτροπές έναντι των μικρότερων συνδικαλιστικών κλάδων, στις οποίες δεν είχε παρά μικρή απήχηση.139Καμία, ωστόσο, απόφαση του ΕΕΑΜ δεν αναγνώριζε στο ΚΚΕ το δικαίωμα να εκπροσωπεί μονοδιάστατα την εργατική τάξη. Επιπροσθέτως, σε ευρύτερους πολιτικούς σχηματισμούς όπως η ΠΕΕΑ το 1/5 μόνο των στελεχών της με βάση υπολογισμούς των ίδιων των αντιπάλων του ήταν κομμουνιστές.140 Εξ αντικειμένου, οι ετερόκλητες πολιτικές δυνάμεις και μορφώματα που είχαν ενταχθεί στο ΕΑΜ και διευρύνονταν συνέχεια υποχρέωναν σε άμβλυνση του κοινωνικού του προγράμματος καθώς και τη διαιώνιση ενός κλίματος ασάφειας ως προς τους αιχμηρότερους πολιτικούς του προσανατολισμούς.141

Ωστόσο, ο στόχος της κοινωνικής πολυσυλλεκτικότητας προϋπέθετε συνθέσεις εξαιρετικά δύσκολες. Ειδικότερα στη φάση της μεγάλης ανάπτυξης του ΕΑΜ –μετά τα μέσα του 1943– η κοινωνική του βάση αποτελούνταν από μια ευρύτητα κοινωνικών δυνάμεων που προσιδίαζε στα παραδοσιακά πολυσυλλεκτικά αστικά κόμματα: εργατικά και μισθωτά στρώματα του πληθυσμού, αγρότες, μικροαστικές κατηγορίες με μικρή παραγωγική ιδιοκτησία,142 πληθυσμούς που ζούσαν στις παρυφές των πόλεων και είχαν συγκροτηθεί από πρόσφυγες της μικρασιατικής καταστροφής, ενδιάμεσα κοινωνικά σύνολα (διανοούμενοι), μεσοαστικά στρώματα που έχαναν τις βάσεις προσπορισμού των αναγκαίων προς το ζην και διατηρούσαν απλά ορισμένες αναξιοποίητες ακίνητες περιουσίες143 και διαταξικές ομάδες (νέοι, γυναίκες) κλπ.144

Να σημειωθεί ότι το ΕΑΜ επιδίωξε να αποκτήσει προσβάσεις μέχρι και σε μερίδες του ελληνικού κεφαλαίου με προϊστορία αντιπαλότητας με τον ξένο παράγοντα και με δική τους παραγωγική βάση. Οι μερίδες αυτές, ιδίως μικροί και μεσαίοι κεφαλαιούχοι, αντιμετώπιζαν έντονα το πρόβλημα της αρπαγής των περιουσιών τους και επιζητούσαν την πλαισίωση του ΕΑΜ, έναντι δυνάμεων, όπως οι κερδοσκόποι και οι μαυραγορίτες, στις ιδιοκτησίες των οποίων περνούσαν τεράστιες περιουσίες.145

Σημειώσεις

106. L.S. Stavrianos, The Greek National Liberation Front (EAM), A Study in Resistance Organisation, Journal of Mondern History, 1952, σ. 45· Γ. Ζεύγος, Εισήγηση στη 10η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ, Γενάρης 1944 στο Δέκα Χρόνια Αγώνες του ΚΚΕ, ό.π., σ. 199· Π. Ρούσος, Η Μεγάλη Πενταετία, ό.π., σ. 340· Λ. Στρίγγος, Η Σημασία και το Έργο της Εαμικής Αντίστασης, στο Η Εαμική Αντίσταση, Επιστημονικό Συμπόσιο, Αθήνα 1982, σ. 24 και Χ. Φλάισερ, Στέμμα και Σβάστικα, τόμ. Α΄, ό.π., σ. 145-147.

107. E. Barker, British Foreign Policy in Southeast Europe in the Second World War, New York 1976, σ. 156.

108. ΚΚΕ, Επίσημα Κείμενα, 1940-1945, τόμ. 5, εκδ. ΚΚΕ εσ., Αθήνα 1974, σ. 343.

109. Για την ΕΠΟΝ Θεσσαλίας με βάση τις εκθέσεις των Νομαρχιακών Συμβουλίων, στα τέλη Ιανουαρίου τα μέλη είναι 47.109. Π. Ανταίος, Συμβολή στην Ιστορία της ΕΠΟΝ, τόμ. Β΄, Αθήνα 1979, σ. 384-387.

110. Στοιχεία Α΄ Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης του ΕΑΜ, στο Στ’ Άρματα, Στ’ Άρματα, ό.π. σ. 409.

111. Βλ. και Χ. Βερναρδάκης και Γ. Μαυρής, Κόμματα και Κοινωνικές Συμμαχίες στην Προδικτατορική Ελλάδα, Αθήνα 1991, σ. 36-37.

112. Η ίδια η Εθνική Αλληλεγγύη μιλούσε για 1.250.000 άντρες και 1.750.000 μέλη γυναίκες, Εθνική Αλληλεγγύη, Μια προσπάθεια και Ένας Άθλος, ό.π. σ. 23.

113. Βλ. και υπολογισμό των Βερναρδάκη και Μαυρή, ό.π. σ. 45-46.

114. Θ. Χατζής, Η Νικηφόρα Επανάσταση που Χάθηκε, τόμ. Γ΄, ό.π., σ. 177· Β. Βενετσανόπουλος, Ο ΕΛΑΣ και το Έργο του, Αθήνα 1982, σ. 95· Στ’ Άρματα, Στ’ Άρματα, ό.π. σ. 501.

115. Λ. Αρσενίου, Η Θεσσαλία στην Αντίσταση, τόμ. Β΄, ό.π. σ. 349.

116. Π. Ανταίος, Συμβολή στην Ιστορία της ΕΠΟΝ, ό.π. σ. 401.

117. Β. Μπαρτζιώτας, Εθνική Αντίσταση και Δεκέμβρης, ό.π., σ. 229-231.

118. Για το θέμα Εισήγηση Γ. Σιάντου, γραμματέα Εσωτερικών της ΠΕΕΑ και γραμματέα της ΚΕ του ΚΚΕ, προς το Εθνικό Συμβούλιο, το Μάιο του 1944, ΚΚΕ, Επίσημα Κείμενα, (ΚΚΕ εσ) ό.π., σ. 575-578.

119. L. Bearentzen, Η Λαϊκή Υποστήριξη του ΕΑΜ στο τέλος της Κατοχής, Μνήμων, τ. 9 1984, σ. 163.

120. Χ. Καινούργιος, Δάφνες και Δάκρυα, Ιστορίες από την Εθνική Αντίσταση στην Βορειοδυτική Ελλάδα, Αθήνα 1981, σ. 95.

121. Βλ. και Π. Ρούσος, Η Μεγάλη Πενταετία, τόμ. Β΄, ό.π., σ. 65.

122. Εισήγηση Σιάντου στο Εθνικό Συμβούλιο, Η Λαϊκή Δικαιοσύνη και η Αυτοδιοίκηση στην Ελεύθερη Ελλάδα, εκδ. ΓΣ του ΕΛΑΣ 1943-1944. Λαϊκή Αυτοδιοίκηση και Δικαιοσύνη, 5 Λαϊκοί Κώδικες, ανατ. Αθήνα 1975, σ. 21.

123. Έκθεση στο ΚΣ της ΕΠΟΝ, 31 Φεβρουαρίου 1943, στο Π. Ανταίος, Συμβολή στην Ιστορία της ΕΠΟΝ, ό.π., σ. 218.

124. Θ. Μητσόπουλος, Το 30ό Σύνταγμα του ΕΛΑΣ, Αθήνα 1987, σ. 629.

125. Τα στοιχεία των Οργανωτικών και Πανελλαδικών Συνδιασκέψεων της ΕΠΟΝ, στο Ανταίος, Συμβολή στην ιστορία της ΕΠΟΝ, τόμ. Β΄, ό.π. σ. 267, 285 και 295.

126. Εισήγηση Κ. Καραγιώργη, υπευθύνου γραφείου Θεσσαλίας του ΚΚΕ, στο Β΄ Πανθεσσαλικό Συνέδριο, στο Λ. Αρσενίου, Η Θεσσαλία στην Αντίσταση, τόμ. Β΄, ό.π., σ. 282.

127. Τ. Βερβενιώτη, Η Γυναίκα στην Αντίσταση, Αθήνα 1994, passim.

128. Μ. Ράνου, Η Συμμετοχή της Γυναίκας στην Εθνική Αντίσταση, Συμπόσιο για την Ιστορία της Εθνικής Αντίστασης, Αθήνα 1985, σ. 174.

129. Κ. Μαρξ, Εμφύλιος Πόλεμος στη Γαλλία, εκδ. Στοχαστής, Αθήνα 1976, μετάφραση Επιτροπής Ελλήνων του Εξωτερικού, σ. 67-73.

130. ΚΚΕ, Επίσημα Κείμενα του ΚΚΕ, τόμ. 5, ό.π., σ. 50.

131. Α. Avgoustidis, EEAM, The Worker’s Resistance, Journal of the Hellenic Diaspora, vol. XI, no 3, 1984, σ. 67.

132. Χατζής, τόμ. Β, ό.π. σ. 51.

133. Το Πρόγραμμα του ΕΕΑΜ, 16 Ιουλίου 1943 και 1η Πανελλήνια Συνδιάσκεψη του ΕΕΑΜ, Φεβρουάριος του 1944, Κείμενα Εθνικής Αντίστασης, τόμ. 1, Αθήνα 1981, σ. 177 και 179-189.

134. Κομμουνιστική Επιθεώρηση, τεύχ. 14, Ιούνιος του 1943, σ. 13.

135. Απόφαση ΠΓ του ΚΚΕ, Ριζοσπάστης 20 Απριλίου του 1943.

136. ΚΚΕ, Επίσημα Κείμενα τόμ. 5, ό.π. σ. 50.

137. Βλ. και Α. Αυγουστίδης, Το Εργατικό ΕΑΜ, στο πρακτικά του Διεθνούς Ιστορικού Συνεδρίου, Η Ελλάδα 1936-1944, Αθήνα 1989, σ. 284.

138. Θ. Χατζής, τομ. Α΄, ό.π., σ. 288.

139. Απόφαση 1ης Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης του ΕΕΑΜ, Φεβρουάριος 1944, ό.π.

140. C. Woodhouse, Το Μήλον της Έριδος, ό.π. σ. 107.

141. Ν. Σβορώνος, Τα Κύρια Προβλήματα της Περιόδου 1940-1950, στο Η Ελλάδα στη Δεκαετία 1940-1950, Ένα Έθνος σε Κρίση, Αθήνα 1984, σ. 36-37.

142. Ι. Πετρόπουλος, Τα Ελληνικά Παραδοσιακά Κόμματα κατά την περίοδο της Κατοχής, στο Η Ελλάδα στη Δεκαετία 1940-1950, Ένα Έθνος σε Κρίση, ό.π. σ. 56-57.

143. Θ. Χατζής, Η Νικηφόρα Επανάσταση που Χάθηκε, τόμ. Α΄, ό.π., σ. 281 και Π. Ρούσος, Η Μεγάλη Πενταετία, τόμ. Β΄, Αθήνα 1982, σ. 68.

144. Σ. Μάξιμος, Που Βαδίζουμε, Αθήνα 1945 και Γ. Ζεύγος, Εισήγηση στην 10η Ολομέλεια της Κ.Ε του ΚΚΕ, ΚΚΕ, Δέκα Χρόνια Αγώνες, 1935-1945, ό.π., και Η. Νικολακόπουλος, Κόμματα και Βουλευτικές Εκλογές στην Ελλάδα, Αθήνα 1987, σ. 71.

145. Βλ. και Στ. Θωμαδάκης, «Μαύρη Αγορά, Πληθωρισμός και Βία στην Οικονομία της Κατεχόμενης Ελλάδας», στο Η Ελλάδα στη Δεκαετία 1940-1950, Ένα Έθνος σε Κρίση, ό.π. σ. 124-141.


*Ο Μιχάλης Λυμπεράτος είναι Εντεταλμένος Διδασκαλίας Σύγχρονης Ιστορίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Το παρόν είναι ένα κεφάλαιο από τη συνεισφορά του στον τόμο, «Τα ελληνικά λαϊκά μέτωπα και το ΚΚΕ. Οι ιστορικές απόπειρες μια ευρείας πολιτικής συμμαχιών».

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

1. Αναδημοσιεύονται όλα τα σχόλια , που ο συγγραφέας τους, χρησιμοποιεί τουλάχιστον, ψευδώνυμο.

2. Δεν αναδημοσιεύονται υβριστικά σχόλια

3. Αποκλείονται ρατσιστικά, φασιστικά και κάθε είδους εθνικιστικά σχόλια.

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.